Με λεονταρισμούς και εξαγγελίες για μελλοντικά νομοθετήματα προσπαθεί το υπουργείο Περιφερειακής Ανάπτυξης να καλύψει την ανεπάρκεια του ελεγκτικού μηχανισμού και να τρομάξει τους λαθρέμπορους των καυσίμων και τους βενζινοπώλες που κλέβουν στην αντλία τους καταναλωτές.Την ίδια στιγμή, ο αρμόδιος υφυπουργός Ντίνος Ρόβλιας, σχολιάζοντας την κατακόρυφη αύξηση στις τιμές της αμόλυβδης προς το 1,60 ευρώ το λίτρο, απέδωσε την πανευρωπαϊκή πρωτιά της χώρας μας στις διαδοχικές αυξήσεις των φόρων που έχει κάνει το υπουργείο Οικονομικών και στο άλμα των διεθνών τιμών του πετρελαίου.
Απέκλεισε δε την επιβολή πλαφόν υπό τις παρούσες συνθήκες, ενώ είπε με νόημα ότι στην Κρήτη, όπου εντοπίζεται η ακριβότερη πανελλαδικά τιμή (έως 1,80 ευρώ το λίτρο), βρίσκεται σε εξέλιξη έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Μία μέρα μετά τη δημόσια καταγγελία της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων για την εκτεταμένη δράση κυκλωμάτων συναδέλφων τους, οι οποίοι τοποθετούν ηλεκτρονικούς μηχανισμούς στις αντλίες για να παραδίδουν ελλειμματικές ποσότητες καυσίμων στους πελάτες τους, ο υφυπουργός Περιφερειακής Ανάπτυξης έσπευσε να ανακοινώσει ότι η κυβέρνηση επεξεργάζεται ειδική νομοθετική ρύθμιση, που θα προβλέπει αυστηρότατες ποινές για τους παραβάτες.
Η τροπολογία για την «καταδολίευση αντλιών υγρών καυσίμων» προβλέπει ότι, στα πρατήρια στα οποία εντοπίζονται «πειραγμένες» αντλίες, θα μπαίνει αμέσως λουκέτο από τη νομαρχία, το πρόστιμο που θα επιβάλλεται θα είναι τουλάχιστον διπλάσιο από το όφελος που είχε από την κλοπή (αν κλέβει 5% ανά γέμισμα, θα τιμωρείται με ποσό που αντιστοιχεί σε 10%), ενώ οι πρατηριούχοι θα αντιμετωπίζουν ποινές φυλάκισης έως και 5 χρόνια.
Με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, στα πρατήρια όπου εντοπίζονται τέτοια συστήματα, σφραγίζονται οι αντλίες για μία μέρα μέχρι να αφαιρεθούν και στη συνέχεια επαναλειτουργούν, ενώ επιβάλλεται πρόστιμο 0,2% επί του συνολικού τζίρου. Οι καταναλωτές δεν προστατεύονται ούτε μέσω της δημοσιοποίησης των στοιχείων των πρατηρίων.
Χωρίς... κατεπείγον
Το νέο νομοθέτημα, που πάντως η κυβέρνηση δεν φαίνεται να βιάζεται να το ψηφίσει, αφού θα προηγηθεί διαβούλευση και θα περάσουν τουλάχιστον 2 μήνες πριν κατατεθεί στη Βουλή, κινείται στη λογική των αυστηρών και θεωρητικά αποτρεπτικών ποινών, ωστόσο κινδυνεύει να αποδειχθεί πρακτικά ανεφάρμοστο, λόγω των αδυναμιών του ίδιου του μηχανισμού ελέγχου.
Και αυτό διότι οι ελεγκτές του υπουργείου δεν επαρκούν για να ελέγχουν σε συχνά χρονικά διαστήματα τα περίπου 7.000 βενζινάδικα όλης της Ελλάδας ανοιγοκλείνοντας τις αντλίες, ενώ δεν υπάρχουν ακόμη τουλάχιστον εκείνα τα ηλεκτρονικά «εργαλεία» που θα μπορούν να εντοπίζουν χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση τις πειραγμένες αντλίες.
Τους τελευταίους μήνες έχουν εντοπιστεί μόλις δύο βενζινάδικα με εγκατεστημένα «μηχανάκια» και άλλα 14, στα οποία βρέθηκαν μόνο σχετικές καλωδιώσεις.
Ακόμη και νομικά είναι μέχρι σήμερα ανέφικτο το υπουργείο να χαρακτηρίσει παράνομες τις -ευρέως διαδεδομένες για πολλές χρήσεις- ηλεκτρονικές πλακέτες που εγκαθίστανται στις αντλίες επηρεάζοντας τις παραδόσεις, γι' αυτό το υπουργείο παραπέμπει το θέμα στις καλένδες μιας μελλοντικής «μελέτης του Πολυτεχνείου».
Από τη στιγμή πάντως που οι ίδιοι οι βενζινοπώλες έβαλαν το δάκτυλο στις πληγές του κλάδου τους, όπως η κλοπή των καταναλωτών με hi tech μέσα, το λαθρεμπόριο και η κερδοσκοπία, ο εμφύλιος έχει ανάψει για τα καλά.
«Διασπαστική»
* Χθες η Ομοσπονδία Βενζινοπωλών Ελλάδος έβαλε κατά της «διασπαστικής ΠΟΠΕΚ», χρεώνοντάς της ότι με την ξαφνική ανάδειξη του θέματος των πειραγμένων αντλιών, σε μια στιγμή που δρομολογείται η εγκατάσταση των ηλεκτρονικών συστημάτων ελέγχου εισροών-εκροών, προσπαθεί να διεμβολίσει την προσπάθεια αυτή και να παραπλανήσει τους καταναλωτές.
* Η ΠΟΠΕΚ ανταπάντησε από την πλευρά της ότι ανέδειξε το θέμα των ελλειμματικών παραδόσεων, επειδή θεωρεί ότι η προσπάθεια για την προστασία του υγιούς ανταγωνισμού πρέπει να μην εξαντλείται σε περιστασιακούς ελέγχους, οι οποίοι δεν έχουν αποτέλεσμα.
Και οι δύο Ομοσπονδίες Βενζινοπωλών, πάντως, συμφωνούν ότι το σύστημα παρακολούθησης εισροών-εκροών των καυσίμων δεν πρέπει να εγκατασταθεί μόνο στα πρατήρια υγρών καυσίμων (κόστος περίπου 12.000 ανά πρατήριο), αλλά να πιάσει όλη την αλυσίδα της αγοράς, δηλαδή να μετριούνται οι ποσότητες που μπαινοβγαίνουν τόσο στα διυλιστήρια όσο και στις εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών.
Πηγή: www.enet.gr